Πρωτόκολλο Προληπτικής Ιατρικής

Η σημασία της πρόληψης έχει αναγνωριστεί από την εποχή του Ιπποκράτη. Στις μέρες μας, η αποτελεσματικότητα των μέτρων πρόληψης έχει τεκμηριωθεί, με τυπικά παραδείγματα τη μείωση των αγγειακών εγκεφαλικών επεισοδίων κατά 50% τα τελευταία τριάντα χρόνια, η οποία αποδίδεται σε μεγάλο βαθμό στην έγκαιρη διάγνωση και αντιμετώπιση της υπέρτασης, καθώς και την εντυπωσιακή (50%) ελάττωση της θνησιμότητας από καρκίνο του τραχήλου της μήτρας, που έχει επιτευχθεί με την εφαρμογή του τεστ Παπανικολάου (ΠΑΠ test). Είναι προφανές ότι ο προληπτικός έλεγχος (πρωτογενής πρόληψη) εφαρμόζεται σε υγιή ως προς την επιδιωκόμενη πρόληψη άτομα. Όταν υπάρχουν ήδη συγκεκριμένες χρόνιες νόσοι (π.χ., διαβήτης, στεφανιαία νόσος), ο έλεγχος διαφοροποιείται ανάλογα με τα προβλήματα που παρουσιάζει ο άρρωστος (δευτερογενής πρόληψη).
Η επιλογή των μέτρων πρόληψης γίνεται με βάση την αποτελεσματικότητά τους στην ελάττωση της νοσηρότητας και της θνησιμότητας, όπως αυτή έχει τεκμηριωθεί με τη δοκιμαστική εφαρμογή τους σε μεγάλα δείγματα πληθυσμού για πολλά χρόνια. Έτσι, η μαστογραφία, για παράδειγμα, περιλαμβάνεται στα μέτρα πρόληψης γιατί έχει φανεί ότι είναι αποτελεσματική στην ελάττωση των θανάτων από καρκίνο του μαστού, ενώ οι καλούμενοι «καρκινικοί δείκτες» (π.χ. το CEA που βρίσκεται αυξημένο σε περιπτώσεις καρκίνων από αδενικά κύτταρα) δεν πρέπει να συμπεριλαμβάνονται στις προληπτικές εξετάσεις, επειδή η μετρήσεις τους είναι συχνά παραπλανητικές και επομένως, μόνο ψυχική και σωματική ταλαιπωρία μπορούν να προκαλέσουν. Οι δείκτες αυτοί, που έχουν εξελιχθεί σε σύγχρονη ελληνική «μόδα», είναι χρήσιμοι μόνο ως επικουρικό στοιχείο για τη διάγνωση σε άτομα που έχουν ήδη συμπτώματα, σημεία ή απεικονιστικά ευρήματα ύποπτα για καρκίνο, καθώς και μετά από τις θεραπευτικές παρεμβάσεις προκειμένου να αξιολογηθεί άμεσα η αποτελεσματικότητά τους και μακροπρόθεσμα το ενδεχόμενο υποτροπής ή μετάστασης.
Μολονότι σήμερα ο προληπτικός έλεγχος πραγματοποιείται εύκολα και είναι σχετικά φθηνός, δεν είναι σκόπιμο να γίνονται όλες οι διαθέσιμες εξετάσεις σε όλους. Για παράδειγμα, η αξονική τομογραφία όλου του σώματος θα μπορούσε θεωρητικά να ανιχνεύει έγκαιρα πολλά νοσήματα. Ωστόσο, δεν υπάρχει καμιά ένδειξη από επιστημονικές μελέτες ότι αν εφαρμοστεί αυτή η στρατηγική στο γενικό πληθυσμό θα έχει ευνοϊκή επίδραση στη μακροπρόθεσμη εξέλιξη της υγείας του, θα συμβάλλει, δηλαδή, ώστε οι άνθρωποι να ζήσουν περισσότερο και καλύτερα. Αντίθετα, η ακτινοβολία που θα χορηγηθεί θα μπορούσε αθροιστικά (δηλαδή σε βάθος χρόνου προστιθέμενη στην ακτινοβολία άλλων απαραίτητων εξετάσεων) να είναι επιζήμια και το κόστος θα είναι δυσανάλογα μεγάλο. Επιπλέον, διάφορα τυχαία ευρήματα («τυχαιώματα», π.χ. καλοήθεις όγκοι, αιμαγγειώματα, ή φυσιολογικές παραλλαγές) ή ψευδώς θετικά αποτελέσματα («ψευδείς συναγερμοί») θα επιβαρύνουν ψυχολογικά τον εξεταζόμενο και θα οδηγήσουν πιθανότατα σε νέο κύκλο εξετάσεων (π.χ. ενδοσκοπήσεις, λαπαροσκοπήσεις, βιοψίες, σπινθηρογραφήματα), οι οποίες με τη σειρά τους σχετίζονται με «ιατρογενή νοσηρότητα» (π.χ. αιμορραγία, διάτρηση, λοίμωξη, αλλεργική αντίδραση στο σκιαγραφικό).
Η ηλικία έναρξης και λήξης του προληπτικού ελέγχου, καθώς τα μεσοδιαστήματα ανάμεσα σε δύο διαδοχικούς ελέγχους που προτείνονται από τις επιτροπές ειδικών ποικίλουν για τις διάφορες εξετάσεις, ενώ είναι δυνατό να τροποποιηθούν ριζικά ανάλογα με τα ευρήματα νέων επιστημονικών μελετών. Για παράδειγμα, ενώ παλαιότερα η κλασική σύσταση για τη συνηθισμένη αιματολογική εξέταση του προστατικού αντιγόνου (PSA) ήταν να γίνεται σε όλους τους άνδρες κάθε χρόνο μετά την ηλικία των 45 ετών, τον Αύγουστο του 2010 η Ομάδα Εργασίας Προληπτικών Υπηρεσιών των ΗΠΑ, η οποία γνωμοδοτεί για την αμερικανική κυβέρνηση ασκώντας μεγάλη επιρροή στις διεθνείς στρατηγικές Προληπτικής Ιατρικής, ανακοίνωσε ότι οι υγιείς άνδρες δεν χρειάζεται πλέον να υποβάλλονται προληπτικά στο τεστ αυτό, καθώς δεν είναι επαρκώς αξιόπιστο και συχνά οδηγεί σε άχρηστες αντικαρκινικές θεραπείες. Τα αυξημένα επίπεδά του στο αίμα μπορεί να οφείλονται σε καλοήθη υπερπλασία του προστάτη, σε προστατίτιδα, σε καλοήθεις ή μη απειλητικούς όγκους, ή σε επιθετικές μορφές καρκίνου του προστάτη. Δεδομένου ότι το τεστ δεν μπορεί να διακρίνει ανάμεσα σε αυτές τις επιμέρους περιπτώσεις, η πιο πάνω επιτροπή και παρόμοιες ομάδες ειδικών από άλλες χώρες που την ακολούθησαν κατέληξαν στο ότι η χρησιμότητα του είναι περιορισμένη, και, κατά συνέπεια, οι υγιείς άνδρες, ανεξαρτήτως ηλικίας, μπορούν να κάνουν την εξέταση εφόσον το επιθυμούν, αφού πρώτα να συμβουλευτούν το γιατρό τους για τον τρόπο ερμηνείας του αποτελέσματος. Σύμφωνα με τα αποτελέσματα δύο πολύ μεγάλων ερευνών στις ΗΠΑ και την Ευρώπη, η εξέταση PSA – αντίθετα με ό,τι γενικά πιστεύεται – δεν σώζει πολλές ζωές, αφού αποτρέπει μόνο έναν θάνατο για κάθε 1.000 άνδρες που εξετάζονται. Αντίθετα, η εξέταση φαίνεται ότι συχνά βλάπτει, καθώς οι άνδρες με υψηλές τιμές PSA συχνά υποβάλλονται σε βιοψίες, προστατεκτομές και αντικαρκινικές θεραπείες, χωρίς να είναι σαφές αν πάσχουν από επιθετικό καρκίνο ή (όπως είναι το συντριπτικά συνηθέστερο) από όγκους που αναπτύσσονται υπερβολικά αργά για να απειλήσουν τη ζωή τους. Έτσι, για κάθε 1.000 άνδρες που υποβάλλονται στην εξέταση, δύο θα υποστούν καρδιακό επεισόδιο ως παρενέργεια της θεραπείας, ένας θα υποστεί θρόμβωση και 40 θα εμφανίσουν ακράτεια ή στυτική δυσλειτουργία λόγω προστατεκτομής.
Ανάλογες κατευθυντήριες οδηγίες που αποθαρρύνουν τη μέτρηση του PSA στους άνδρες άνω των 75 ετών έχουν εκδοθεί από ομάδες ειδικών σε διάφορες χώρες. Το σκεπτικό είναι ότι οι περισσότεροι καρκίνοι του προστάτη αναπτύσσονται τόσο αργά, ώστε οι άνδρες αυτής της ηλικίας είναι πιθανότερο να πεθάνουν τελικά από διαφορετικά, άσχετα αίτια. Από την άλλη πλευρά, η Αμερικανική Αντικαρκινική Εταιρεία και η Αμερικανική Ένωση Ουρολόγων συστήνουν οι άνδρες να λαμβάνουν οι ίδιοι την απόφαση, αφού πρώτα ενημερωθούν από το γιατρό τους για τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα της εξέτασης. Δεδομένου ότι η διχογνωμία συνεχίζεται, η αμερικανική εθνική υπηρεσία ασφάλισης Medicare, καθώς και οι ιδιωτικές εταιρείες ασφάλισης συνεχίζουν να καλύπτουν το κόστος της εξέτασης. Και οι δύο πλευρές, πάντως, τονίζουν ότι υπάρχει ανάγκη να αναπτυχθεί ένα αξιόπιστο τεστ που θα εντοπίζει τις περιπτώσεις επιθετικού καρκίνου.
Χαρακτηριστικό, επίσης, σχετικό παράδειγμα είναι η μαστογραφία ρουτίνας, την οποία οι περισσότεροι ειδικοί συνιστούσαν παλαιότερα σε όλες τις γυναίκες κάθε χρόνο μετά την ηλικία των 40 ετών. Ωστόσο, οι οργανισμοί προληπτικών υπηρεσιών αρκετών χωρών, αφού μελέτησαν στατιστικά μοντέλα κόστους-αποτελεσματικότητας που αναπτύχθηκαν με προηγμένα λογισμικά συστήματα από ανεξάρτητες ερευνητικές ομάδες στις ΗΠΑ και την Ευρώπη, κατέληξαν πρόσφατα στο συμπέρασμα ότι αν η εξέταση αυτή γινόταν κάθε δεύτερο χρόνο σε γυναίκες 50-70 ετών μόνο, θα εντόπιζε σχεδόν ισάριθμα περιστατικά καρκίνου του μαστού με όσα θα εντοπίζονταν αν γινόταν σε γυναίκες 40-70 ετών, ενώ τα ψευδώς παθολογικά αποτελέσματα θα ελαττώνονταν στο μισό. Αν και οι πιο πάνω ομάδες ειδικών αναγνωρίζουν ότι το όφελος του προληπτικού ελέγχου είναι ισοδύναμο για τις γυναίκες ηλικίας 40-50 ετών και εκείνες 50-60 ετών, τονίζουν ότι η συχνότητα και οι συνέπειες του καρκίνου του μαστού διαφέρουν στις δύο ηλικιακές ομάδες. Με βάση αυτό το σκεπτικό, η πιο πρόσφατη σύσταση της Αμερικανικής Επιτροπής Προληπτικής Ιατρικής είναι – αν δεν υπάρχει ειδικός λόγος – η μαστογραφία ρουτίνας να γίνεται κάθε δύο χρόνια μετά τα 50. Κατευθυντήριες οδηγίες όπως αυτή έχουν προκαλέσει αντιδράσεις, καθώς αρκετοί ειδικοί επιστήμονες τις θεωρούν ανεπαρκώς τεκμηριωμένες, ενώ κοινωνικοί φορείς προειδοποιούν ότι οι ασφαλιστικές εταιρείες ή ταμεία τόσο του ιδιωτικού όσο και του δημόσιου τομέα θα χρησιμοποιήσουν τις νέες επιστημονικές συστάσεις για να μειώσουν τα κόστη τους.
Παρά τις επιφυλάξεις, οι οποίες σε μερικές περιπτώσεις είναι βάσιμες, εξελίξεις όπως αυτές που περιγράφηκαν πιο πάνω αντανακλούν μια παγκόσμια τάση για καλύτερα τεκμηριωμένη, ανθρωποκεντρική και «εύστοχη» προληπτική ιατρική. Το πραγματικό νόημα της πρόληψης είναι η υιοθέτηση μιας κουλτούρας υγιεινής ζωής και όχι η συνεχής αναζήτηση της αρρώστιας στο πιο πρώιμο στάδιο με κάθε διαθέσιμο μέσο. Αν π.χ. κάποιος καπνίζει δύο πακέτα τσιγάρα την ημέρα, είναι παχύσαρκος και δεν ασκείται ποτέ, είναι πιθανότερο να προλάβει τον καρκίνο του πνεύμονα ή το έμφραγμα αν διακόψει το κάπνισμα, χάσει βάρος και περπατά καθημερινά από ό,τι αν υποβάλλεται επανειλημμένα σε προληπτικές εξετάσεις αίματος, ακτινογραφία θώρακα και καρδιογράφημα. Ο πιο κάτω κατάλογος προληπτικών εξετάσεων βασίζεται σε διεθνώς αποδεκτές συστάσεις και οδηγίες Υπηρεσιών Προληπτικής Ιατρικής.
Α. Βασικές αιματολογικές εξετάσεις
ΜΟΝΟ οι πιο κάτω εξετάσεις είναι σκόπιμο να γίνονται σε υγιή ενήλικα άτομα, που υποβάλλονται σε προληπτικό έλεγχο χωρίς συγκεκριμένο πρόβλημα υγείας:
Γενική Αίματος, Σάκχαρο, Κρεατινίνη, SGOT, ALP, Ουρικό Οξύ, Χοληστερόλη, HDL, LDL, Τριγλυκερίδια, TSH, Γενική Ούρων
- Γίνονται μία φορά ως βασική εξέταση σε άτομα 18-20 ετών και σε περίπτωση που είναι φυσιολογικές επαναλαμβάνονται μετά από 10 χρόνια (28-30 ετών). Στη συνέχεια επαναλαμβάνονται ανά 5 έτη
- Αν υπάρχουν παθολογικές τιμές ο επανέλεγχος μπορεί να γίνει σε μικρότερα διαστήματα αλλά ΜΟΝΟ για τις παθολογικές εξετάσεις
- Προκειμένου ο επανέλεγχος παθολογικών τιμών να γίνει περισσότερες από μια φορά το χρόνο θα πρέπει να υπάρχει ειδικός λόγος (π.χ. αξιολόγηση των αποτελεσμάτων θεραπευτικής παρέμβασης)
- Για να προστεθούν επιπλέον εξετάσεις στην πιο πάνω βασική σειρά εξετάσεων θα πρέπει να υπάρχουν είτε σχετικό ατομικό ή οικογενειακό ιστορικό, είτε συγκεκριμένα συμπτώματα ή σημεία, τα οποία πρέπει να αναγράφονται σαφώς στο παραπεμπτικό
Β. Πρόσθετες αιματολογικές εξετάσεις
ΜΟΝΟ σε διαβητικούς ασθενείς ή σε προδιαβητικές καταστάσεις, αντίστοιχα.
ΔΕΝ ενδείκνυνται σε ασυμπτωματικά άτομα με σάκχαρο νηστείας <100 mg/dl.
HbA1c, Καμπύλη Ανοχής Γλυκόζης
Οι πιο κάτω εξετάσεις ΔΕΝ είναι απαραίτητο να συμπεριλαμβάνονται στο βασικό check-up. Πρέπει να ζητούνται ΜΟΝΟ όταν υπάρχουν ειδικές ενδείξεις ή/και αν προκύψουν παθολογικές τιμές από τον πιο πάνω βασικό έλεγχο.
Ολικά λευκώματα, Αλβουμίνη, Σφαιρίνες, Ηλεκτροφόρηση Λευκωμάτων, Ποσοτικός Προσδιορισμός Ανοσοσφαιρινών, Ουρία, SGPT, γGT, CPK, Νάτριο, Κάλιο, Ασβέστιο, Φωσφόρος, Μαγνήσιο ορού, TKE, CRP, Φερριτίνη, Free T4, Free T3, T3, T4, Θυρεοσφαιρίνη, Αντι-TPO, Αντι-TG, Ομοκυστείνη, Lp(a), ApoB, ApoA-I, Αντιπυρηνικά Αντισώματα (ΑΝΑ), Ρευματοειδής Παράγων (RF), Αντιγόνα ή Αντισώματα Ιών Ηπατίτιδας και HIV (HBsAg, Αντι-HBc, Αντι-HCV, Αντι-HIV).
Γ. Άλλες εξετάσεις
1. Μέτρηση οστικής πυκνότητας
ΜΟΝΟ μετά την εμμηνόπαυση. Τα μεσοδιαστήματα καθορίζονται ανάλογα με το ιστορικό, τις συνυπάρχουσες καταστάσεις και τη θεραπευτική αγωγή που ακολουθείται.
ΔΕΝ ενδείκνυται σε υγιείς προεμμηνοπαυσιακές γυναίκες.
2. Υπερηχογράφημα άνω/κάτω κοιλίας
- ΜΟΝΟ σε άτομα με συμπτώματα ή/και σημεία από το πεπτικό, το ουρογεννητικό σύστημα ή το σπλήνα.
- ΔΕΝ ενδείκνυται σε άτομα με ελεύθερο ατομικό/οικογενειακό ιστορικό που δεν έχουν συμπτώματα ή σημεία από την κοιλιά.
- ΔΕΝ χρειάζεται να γίνεται επανέλεγχος ήδη γνωστών καλοήθων καταστάσεων (π.χ. αιμαγγειώματα ήπατος, λιπώδης διήθηση ήπατος, χολολιθίαση, πολύποδες χοληδόχου, νεφρολιθίαση, νεφρικές κύστεις κτλ) σε διαστήματα μικρότερα από τα 2 χρόνια.
3. Υπερηχογράφημα ελάσσονος πυέλου
- ΜΟΝΟ μετά από σύσταση ειδικού (γυναικολόγου, ενδοκρινολόγου, ογκολόγου, ακτινολόγου)
- ΔΕΝ ενδείκνυται σε γυναίκες με ελεύθερο ατομικό/οικογενειακό ιστορικό που δεν έχουν σχετικά συμπτώματα ή σημεία
4. Υπερηχογράφημα θυρεοειδούς
- ΜΟΝΟ μετά από σύσταση ενδοκρινολόγου
- ΔΕΝ ενδείκνυται σε άτομα με ελεύθερο ατομικό/οικογενειακό ιστορικό που δεν έχουν σχετικά συμπτώματα ή σημεία.
5. Τεστ Παπανικολάου
- Σε γυναίκες ηλικίας 21-29 ετών κάθε 2 χρόνια
- Σε γυναίκες ηλικίας 30-69 ετών, που είχαν 3 διαδοχικά φυσιολογικά PAP τεστ κάθε 2 ή 3 χρόνια
- Γυναίκες άνω των 70 ετών με 3 ή περισσότερα διαδοχικά φυσιολογικά PAP τεστ και κανένα παθολογικό PAP τεστ τα τελευταία 10 έτη ΔΕΝ χρειάζεται να κάνουν αυτή την εξέταση
6. Μαστογραφία
- Σε γυναίκες ηλικίας μεγαλύτερης των 40 ετών να γίνεται μαστογραφία κάθε 2 χρόνια όταν η πρώτη μαστογραφία είναι φυσιολογική.
- ΜΟΝΟ αν υπάρχουν σχετικά συμπτώματα ή σημεία ή επιβαρυμένο ατομικό/οικογενειακό ιστορικό μπορεί ο έλεγχος να αρχίζει σε ηλικία μικρότερη των 40 ετών ή/και να γίνεται συχνότερα από τα 2 χρόνια μετά από σύσταση ή παραπομπή ειδικού (χειρουργού μαστολόγου, γυναικολόγου, ενδοκρινολόγου, ογκολόγου, ακτινολόγου).
7. Ψηφιακή μαστογραφία
ΜΟΝΟ σε γυναίκες με ειδικά ευρήματα στην απλή μαστογραφία ή επιβαρυμένο ατομικό/οικογενειακό ιστορικό μετά από σύσταση ή παραπομπή ειδικού (χειρουργού μαστολόγου, γυναικολόγου, ενδοκρινολόγου, ογκολόγου, ακτινολόγου).
8. Υπερηχογράφημα μαστών
ΜΟΝΟ σε γυναίκες με ειδικά ευρήματα στην απλή μαστογραφία ή επιβαρυμένο ατομικό/οικογενειακό ιστορικό μετά από σύσταση ή παραπομπή ειδικού (χειρουργού μαστολόγου, γυναικολόγου, ογκολόγου, ακτινολόγου).
9. PSA
- Βασική εξέταση στα 45 χρόνια μαζί με δακτυλική εξέταση.
- Στη συνέχεια η επανεξέταση γίνεται σε διαστήματα που καθορίζονται από τη σχέση κινδύνου-οφέλους, όπως αυτή προκύπτει εξατομικευμένα για κάθε άρρωστο.
- Τα μεσοδιαστήματα αυτά δεν μπορεί να είναι μικρότερα του 1 έτους, παρά ΜΟΝΟ αν η προηγούμενη τιμή ήταν παθολογική ή αν το άτομο υποβλήθηκε σε βιοψία ή σε θεραπεία για νόσο του προστάτη.
- Ολικό και ελεύθερο PSA, ώστε να υπολογίζεται το πηλίκο τους, πρέπει να μετριέται MONO μετά από σύσταση του θεράποντα ουρολόγου.
10. Έλεγχος παχέος εντέρου
Μετά την ηλικία των 50 ετών ο γιατρός προτείνει μια από τις παρακάτω επιλογές (ή συνδυασμό τους) ανάλογα με τη σχέση κινδύνου-οφέλους, όπως προκύπτει εξατομικευμένα για κάθε εξεταζόμενο:
- Προσδιορισμός αιμοσφαιρίνης κοπράνων (Mayer) κάθε χρόνο
- Σιγμοειδοσκόπηση με εύκαμπτο ενδοσκόπιο κάθε 5 χρόνια
- Βαριούχο υποκλυσμό κάθε 5 χρόνια
- Κολονοσκόπηση κάθε 10 χρόνια
11. Ηλεκτροκαρδιογράφημα
Κάθε 5 χρόνια σε ασυμπτωματικά άτομα χωρίς παράγοντες κινδύνου για καρδιαγγειακή νόσο (υπέρταση, διαβήτη, δυσλιπιδαιμία, κάπνισμα, οικογενειακό ιστορικό πρώιμης καρδιαγγειακής νόσου).
12. Ακτινογραφία θώρακα
- ΜΟΝΟ σε άτομα με συμπτώματα ή σημεία πνευμονικής/καρδιακής νόσου.
- ΔΕΝ ενδείκνυται σε ασυμπτωματικά άτομα οποιασδήποτε ηλικίας (καπνιστές ή μη).
13. Δοκιμασία κόπωσης σε κυλιόμενο τάπητα
- ΜΟΝΟ μετά από σύσταση του θεράποντα καρδιολόγου σε άτομα με μέτριο/μεγάλο καρδιαγγειακό κίνδυνο ή σε άτομα που ασκούνται εντατικά.
- ΔΕΝ ενδείκνυται σε υγιή άτομα χωρίς σχετικά συμπτώματα/σημεία ή επιβαρυμένο ατομικό/οικογενειακό ιστορικό.
14. Triplex καρωτίδων/σπονδυλοβασικού συστήματος
- ΜΟΝΟ σε άτομα άνω των 55 ετών με παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου (οικογενειακό ιστορικό πρώιμης καρδιαγγειακής νόσου, υπέρταση, διαβήτη, κάπνισμα, δυσλιπιδαιμία) ή ήδη εγκατεστημένη καρδιαγγειακή νόσο.
- ΔΕΝ ενδείκνυται σε υγιή άτομα χωρίς σχετικά συμπτώματα/σημεία ή επιβαρυμένο ατομικό/οικογενειακό ιστορικό.
15. Triplex κοιλιακής αορτής
- ΜΟΝΟ σε άτομα άνω των 65 ετών με παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου (οικογενειακό ιστορικό πρώιμης καρδιαγγειακής νόσου, υπέρταση, διαβήτη, κάπνισμα, δυσλιπιδαιμία) ή ήδη εγκατεστημένη καρδιαγγειακή νόσο.
- ΔΕΝ ενδείκνυται σε υγιή άτομα χωρίς σχετικά συμπτώματα/σημεία ή επιβαρυμένο ατομικό/οικογενειακό ιστορικό.
16. Triplex καρδιάς
- ΜΟΝΟ μετά από σύσταση του θεράποντα καρδιολόγου σε άτομα με σχετικά συμπτώματα/σημεία (π.χ. με συστολικό φύσημα προκαρδίου για ανίχνευση βαλβιδικής ανεπάρκειας)
- ΔΕΝ ενδείκνυται σε υγιή άτομα χωρίς σχετικά συμπτώματα/σημεία ή επιβαρυμένο ατομικό/οικογενειακό ιστορικό.
17. Αξονική τομογραφία θώρακα, άνω/κάτω κοιλίας ή εγκεφάλου
- ΜΟΝΟ μετά από σύσταση του θεράποντα ειδικού σε άτομα με σχετικά συμπτώματα/σημεία
- ΔΕΝ ενδείκνυται σε υγιή άτομα χωρίς σχετικά συμπτώματα/σημεία ή επιβαρυμένο ατομικό/οικογενειακό ιστορικό.
18. Σπιρομέτρηση
- ΜΟΝΟ σε άτομα με συμπτώματα/σημεία άσθματος, εμφυσήματος ή χρόνιας βρογχίτιδας.
- ΔΕΝ ενδείκνυται σε ασυμπτωματικούς καπνιστές.
19. Οφθαλμολογική εξέταση
- Για τη διάγνωση διαθλαστικών ανωμαλιών, γλαυκώματος, αμφιβληστροειδοπάθειας, ωχροπάθειας και καταρράκτη.
- Μια φορά μεταξύ 20 και 40 ετών, κάθε 2-4 χρόνια μεταξύ 40 και 65 ετών και κάθε 1-2 χρόνια μετά την ηλικία των 65 ετών.
20. Ακουόγραμμα
- Κάθε 3 χρόνια μετά την ηλικία των 50 ετών για την έγκαιρη διάγνωση της βαρηκοϊας.
21. Δερματολογική εξέταση από το τριχωτό της κεφαλής μέχρι τα πέλματα
- Κάθε 5 χρόνια μεταξύ 20 και 40, κάθε 3 χρόνια μεταξύ 40 και 65 και κάθε χρόνο μετά την ηλικία των 65 ετών
Βιβλιογραφία
- European Network for Prevention and Health Promotion in Family Medicine and General Practice http://www.europrev.org/links/publications.html
- European Association for Predictive, Preventive and Personalised Medicine http://www.epmanet.eu/
- “The Guide to Community Preventive Services: What works to promote health?” by Task Force on Community Preventive Services, Stephanie Zaza, Peter A. Briss, and Kate W. Harris. Published to Oxford Scholarship Online: September 2009 http://www.oxfordscholarship.com/view/10.1093/acprof:oso/9780195151091.001.0001/acprof-9780195151091
- National Guideline Clearinghouse, U.S. Department of Health and Human Services http://guideline.gov/
- Canadian Task Force on Preventive Health Care Recommendations http://www.canadiantaskforce.ca/recommendations__current_eng.html
- U.S. Preventive Services Task Force Recommendations http://www.uspreventiveservicestaskforce.org/RECOMMENDATIONS.HTM
- National Institute for Clinical Excellence: NICE Recommendations for Preventive Health Care http://www.nice.org.uk/nicemedia/live/13024/49273/49273.pdf